- Φερόες
- Αρχιπέλαγος της Βόρειας Ευρώπης που ανήκει πολιτικά στη Δανία. Από το 1948 όμως έχει διοικητική αυτονομία και δικό του Κοινοβούλιο (Lagting). Αποτελείται από 22 μεγαλύτερα νησιά, από τα οποία μόνο 17 είναι κατοικημένα, και από πολυάριθμα άλλα μικρότερα. Τα νησιά αυτά, βρίσκονται στον βόρειο Ατλαντικό μεταξύ 61° 20’ και 62° 24’ βόρειου πλάτους και μεταξύ 6° 20’ και 7° 41 δυτικού μήκους σε περίπου ίση απόσταση από τη Σκοτία και από την Ισλανδία. Οι Φ. έχουν συνολική έκταση 1.414 τ. χλμ. και πληθυσμό 48.366 κατ. το 2001, που πρεσβεύουν την προτεσταντική θρησκεία και μιλούν τη δανική (επίσημη γλώσσα) και τη φερινγκική, μια διάλεκτο συγγενή με την ισλανδική. Τα νησιά διαιρούνται από βαθιά στενά που προήλθαν κατά μεγάλο μέρος από κοιλάδες οφειλόμενες σε παγετωνική δράση. Τα κυριότερα είναι τα Στρέμε (στη φερινγκική Στρέιμοϊ, 392 τ. χλμ.), Έστερε (Εϊστουρόι, 286 τ. χλμ.), Βόγκε (Βάγκαρ, 187 τ. χλμ.), ή Σούδερε (Σούντουρου, 166 τ. χλμ.), Σέντε (Σαντόι, 124 τ. χλμ.). Ηφαιστειογενούς προέλευσης, οι Φ. υπέστησαν επί μακρόν τη διαμορφωτική δράση των παγετώνων του τεταρτογενούς, που δημιούργησε ένα τοπίο με απόκρημνη και αρκετά ποικίλη μορφολογία· οι βράχοι εμφανίζονται συχνά με γυμνές κορυφές που φτάνουν το μεγαλύτερο ύψος τους στο Σλεταρατίντουρ (882 μ.), στο νησί Έστερε. Το κλίμα, μολονότι το γεωγραφικό πλάτος, είναι αρκετά ήπιο χάρη στην παρουσία του Ρεύματος του Κόλπου· τα καλοκαίρια είναι δροσερά (η μέση θερμοκρασία του πιο ψυχρού μήνα είναι 11°C) και οι χειμώνες όχι ψυχροί (μέση 3°C), έτσι που η θάλασσα και τα στενά είναι πάντοτε ελεύθερα από τους πάγους. Οι άνεμοι, που πνέουν κατά το μεγαλύτερο μέρος από Δ, είναι δυνατοί και φέρνουν άφθονες βροχοπτώσεις (1.600 χιλιοστόμετρα ετησίως)· πυκνές ομίχλες παρατηρούνται το φθινόπωρο και το χειμώνα. Ο πληθυσμός είναι συγκεντρωμένος κυρίως μέσα στους καλύτερα προφυλαγμένους κόλπους, στις πιο προστατευμένες κοιλάδες και στις ακτές των φιορδ· το κυριότερο κέντρο είναι η πρωτεύουσα Τόρσαβν (17.000 κατ.), αλιευτικό λιμάνι στη νοτιοανατολική ακτή του νησιού Στρέμε. Ελάχιστο ενδιαφέρον παρουσιάζει η γεωργία (πατάτες, κτηνοτροφές, κριθάρι), γιατί η καλλιεργήσιμη γη καλύπτει μικρή έκταση. Μεγάλα είναι, αντίθετα, τα βοσκοτόπια, που επιτρέπουν αξιόλογη εκτροφή προβατοειδών. Οι πρώτες πληροφορίες για τις Φ. χρονολογούνται από τον 9o αι. Εξαρτώμενες από τη Νορβηγία (1035), περιήλθαν μαζί με αυτήν στην κυριαρχία της Δανίας το 1380. Από μακριά οι Φ. φαίνονται σαν ακατοίκητες. Ένα απότομο τείχος από βασάλτη υψώνεται κατακόρυφα προς τη θάλασσα, που είναι πάντοτε ταραγμένη. Για να μπουν οι βάρκες στα διάφορα λιμανάκια, πρέπει να ακολουθήσουν στενά περάσματα ανάμεσα από σκαμμένους βράχους όπου ο αφρός αναβράζει και δημιουργεί επικίνδυνους στροβίλους. Η Τόρσχαβν, η πρωτεύουσα, είναι μια πόλη όπου η ζωή κυλά ήσυχη και που μένει πιστή στο πατριαρχικό κοινωνικό σύστημα. Συγκροτήματα σπιτιών χτισμένα με τύρφη και πέτρα –στα τελευταία χρόνια και με πλίνθους– ξεπροβάλλουν σε ένα εντελώς ερημικό τοπίο. Δεν υπάρχει σχεδόν ούτε ένα δέντρο σε αυτά τα νησιά και τα λίγα δείγματα (ιτιά και βελανιδιά) μοιάζουν πιο πολύ με θάμνους. Γι’ αυτό μόνο οι πλούσιοι μπορούν να επιτρέψουν στον εαυτό τους την πολυτέλεια ενός ξύλινου σπιτιού, με την ψηλή χαρακτηριστική σκεπή από κυματοειδή λαμαρίνα. Δεν προσφέρουν τίποτα περισσότερο τα υπόλοιπα χωριά του αρχιπελάγους. Εκτός από το Κλάκσβικ (5.000 κατ. το 2001) τα άλλα είναι όλα τους χωριά με λίγα σπίτια χτισμένα στις άκρες των στενών κοιλάδων, περιτριγυρισμένα από μικρές εκτάσεις καλλιεργημένης γης. Υπάρχουν μικρότερα κέντρα σε μακρινά νησιά που είναι δύσκολο να φτάσει κανείς και όπου οι κάτοικοι, ξεκομμένοι από όλο τον υπόλοιπο κόσμο, δεν είδαν ποτέ τους την ηπειρωτική γη και δεν απομακρύνθηκαν ποτέ από τα νησιά τους. Τέτοια είναι το νησί Κούνε και το Σβίναε, τα οποία κατοικούνται από λίγες μόνο εκατοντάδες ανθρώπων, που ως μοναδικό μέσο επικοινωνίας με την πρωτεύουσα έχουν τον τηλέγραφο και μια βάρκα με μηχανή. Το ψάρεμα είναι ο πραγματικός πλούτος του αρχιπελάγους. Στη θάλασσα ζουν σε μεγάλες ποσότητες οι μουρούνες, οι ρέγκες, ο μπακαλιάρος, τα δελφίνια, και στα βόρεια, κοντά στις ακτές της Γροιλανδίας και της Ισλανδίας, πλεονάζουν οι φάλαινες. Πιστοί στην τοπική τους παροιμία βάλε τα χέρια στο νερό και θα γίνεις πλούσιος, οι ψαράδες κάθε πρωί, κι όταν βέβαια ο καιρός το επιτρέπει, πηγαίνουν στη θάλασσα για να επιβιβαστούν από έξι στην κάθε βάρκα. Δουλεύουν σκληρά όλη την ημέρα για να γυρίσουν το βράδυ στο λιμάνι. Είναι ντυμένοι με τη χαρακτηριστική τους ενδυμασία, σκούρο πουλόβερ, χρωματιστές κάλτσες, παντελόνια ως το γόνατο και μάλλινη κόκκινη κουκούλα. Για να ξεράνουν τον μπακαλιάρο, τον τοποθετούν σε γιρλάντες πάνω σε ειδικά υποστηρίγματα που έχουν από πριν ετοιμάσει. Όλη αυτή η διαδικασία δίνει ένα πολύ χαρακτηριστικό χρώμα στο νησιώτικο τοπίο. Αφού ξεραθεί ο μπακαλιάρος, τον αλατίζουν και έχουν έτσι έτοιμο το κλίπφισκ, προϊόν ανώτερης ποιότητας, που εξάγεται στη Δανία.Αρχιπέλαγος της Βόρειας Ευρώπης που ανήκει πολιτικά στη Δανία. Από το 1948 όμως έχει διοικητική αυτονομία και δικό του Κοινοβούλιο (Lagting).Οι Φ. έχουν συνολική έκταση 1.414 τ. χλμ. και πληθυσμό 48.366 κατ. το 2001, που πρεσβεύουν την προτεσταντική θρησκεία και μιλούν τη δανική (επίσημη γλώσσα) και τη φερινγκική, μια διάλεκτο συγγενή με την ισλανδική.Οι Φ. έχουν συνολική έκταση 1.414 τ. χλμ. και πληθυσμό 48.366 κατ. το 2001, που πρεσβεύουν την προτεσταντική θρησκεία και μιλούν τη δανική (επίσημη γλώσσα) και τη φερινγκική, μια διάλεκτο συγγενή με την ισλανδική.τεταρτογενούς, που δημιούργησε ένα τοπίο με απόκρημνη και αρκετά ποικίλη μορφολογία· οι βράχοι εμφανίζονται συχνά με γυμνές κορυφές που φτάνουν το μεγαλύτερο ύψος τους στο Σλεταρατίντουρ (882 μ.), στο νησί Έστερε. Το κλίμα, μολονότι το γεωγραφικό πλάτος, είναι αρκετά ήπιο χάρη στην παρουσία του Ρεύματος του Κόλπου· τα καλοκαίρια είναι δροσερά (η μέση θερμοκρασία του πιο ψυχρού μήνα είναι 11°C) και οι χειμώνες όχι ψυχροί (μέση 3°C), έτσι που η θάλασσα και τα στενά είναι πάντοτε ελεύθερα από τους πάγους. Οι άνεμοι, που πνέουν κατά το μεγαλύτερο μέρος από Δ, είναι δυνατοί και φέρνουν άφθονες βροχοπτώσεις (1.600 χιλιοστόμετρα ετησίως)· πυκνές ομίχλες παρατηρούνται το φθινόπωρο και το χειμώνα.Το ψάρεμα είναι ο πραγματικός πλούτος του αρχιπελάγους. Στη θάλασσα ζουν σε μεγάλες ποσότητες οι μουρούνες, οι ρέγκες, ο μπακαλιάρος, τα δελφίνια, και στα βόρεια, κοντά στις ακτές της Γροιλανδίας και της Ισλανδίας, πλεονάζουν οι φάλαινες. Πιστοί στην τοπική τους παροιμία βάλε τα χέρια στο νερό και θα γίνεις πλούσιος, οι ψαράδες κάθε πρωί, κι όταν βέβαια ο καιρός το επιτρέπει, πηγαίνουν στη θάλασσα για να επιβιβαστούν από έξι στην κάθε βάρκα. Δουλεύουν σκληρά όλη την ημέρα για να γυρίσουν το βράδυ στο λιμάνι. Είναι ντυμένοι με τη χαρακτηριστική τους ενδυμασία, σκούρο πουλόβερ, χρωματιστές κάλτσες, παντελόνια ως το γόνατο και μάλλινη κόκκινη κουκούλα. Για να ξεράνουν τον μπακαλιάρο, τον τοποθετούν σε γιρλάντες πάνω σε ειδικά υποστηρίγματα που έχουν από πριν ετοιμάσει. Όλη αυτή η διαδικασία δίνει ένα πολύ χαρακτηριστικό χρώμα στο νησιώτικο τοπίο. Αφού ξεραθεί ο μπακαλιάρος, τον αλατίζουν και έχουν έτσι έτοιμο το κλίπφισκ, προϊόν ανώτερης ποιότητας, που εξάγεται στη Δανία.
Dictionary of Greek. 2013.